97
Ëåîéëüãéï
κάπου
some place
κάπως
somehow
καράβι, το (τα καράβια)
boat, ship
καρδιά, η (οι καρδιές)
heart
καρέκλα, η (οι καρέκλες)
chair
καρότο, το (τα καρότα)
carrot
κασέρι, το
Greek
cheese
κασκόλ, το (τα κασκόλ)
scarf
κατά
against,
according tο
καταλαβαίνω
understand
κατάλληλος-κατάλληλη-κατάλληλο
appropriate
κατάλογος, ο (οι κατάλογοι)
list
κατανάλωση, η
consumption
καταπληκτικός-ή-ό
amazing, marvelous, astonishing
κατασκευάζω (-ομαι)
make
κατεβαίνω
go, come, get down
κάτι
something
κατοικώ
live
κατσίκι, το (τα κατσίκια)
goat
κάτω
down
καφές, ο (οι καφέδες)
coffee
κείμενο, το (τα κείμενα)
text
κέντρο, το (τα κέντρα)
center
κεφαλαίο, το
capital (letter)
κεφάλι, το (τα κεφάλια)
head
κεφαλοτύρι, το
Greek
cheese
κεφτές, ο (οι κεφτέδες)
meatball
κιλό, το (τα κιλά)
kilo
κιμάς, ο
minced meat
κινητός-κινητή-κινητό
mobile (phone)
κίτρινος-κίτρινη-κίτρινο
yellow
κλειστός-κλειστή-κλειστό
closed
κολοκύθι, το (τα κολοκύθια)
zucchini, pumpkin
κολυμπάω/-ώ
swim
κομμάτι, το (τα κομμάτια)
piece, bit
κομμένος-κομμένη-κομμένο
cut
κοντός-κοντή-κοντό
short
κοντινός-κοντινή-κοντινό
nearby
κοπέλα, η (οι κοπέλες)
girl
κόρη, η (οι κόρες)
daughter
κορυφή, η (οι κορυφές)
top, peak
κόσμημα, το (τα κοσμήματα)
jewelry
κοστούμι, το (τα κοστούμια)
suit
κοτόπουλο, το (τα κοτόπουλα)
chicken
κουζίνα, η (οι κουζίνες)
kitchen
κουλουράκια, τα
cookies
κούπα, η (οι κούπες)
cup
κουράγιο, το
courage
κουράζω (-ομαι)
tire
κουρασμένος-η-ο
tired
κουταλάκι, το (τα κουταλάκια)
spoon
κράτος, το (τα κράτη)
state
κρέας, το (τα κρέατα)
meat
κρέμα, η (οι κρέμες)
cream
κρεοπωλείο, το (τα κρεοπωλεία)
butcher shop
Κρήτη, η
Crete
κροκόδειλος, ο
crocodile
κρύβω (-ομαι)
hide
κρυμμένος-κρυμμένη-κρυμμένο
hidden
κρύο, το
cold
κτηνοτρόφος, ο / η
farmer
κτίριο, το (τα κτίρια)
building
κυλάω/-ώ
roll
Κύπρος, η
Cyprus
κυριότερος-η-ο
main
κυρίως
merely
Λ
λάδι, το
oil
λαϊκός-λαϊκή-λαϊκό
popular
λαιμός, ο
neck, throat
λαχανικά, τα
vegetable
λάχανο, το
cabbage
λείπω
be
absent
λειτουργώ
function
λεπτό, το (τα λεπτά)
minute
λεπτομέρεια, η (οι λεπτομέρειες)
detail
λεφτά, τα
money
λεωφορείο, το (τα λεωφορεία)
bus
λιγότερος-η-ο
less
λιοντάρι, το (τα λιοντάρια)
lion
λίτρο, το (τα λίτρα)
litre
λιωμένος-η-ο
melted
λόγος, ο
speech, reason
λουκάνικο, το (τα λουκάνικα)
hot dog
λουτρό, το
bathroom
λύνω (-ομαι)
solve
λύκος, ο (οι λύκοι)
wolf
Μ
μαγειρεύω (-ομαι)
cook
μαγιό, το (τα μαγιό)
swimming suit
μαζεύω (-ομαι)
collect, gather
μαζί
together
μακριά
away
μάλιστα
yes, indeed
μάλλινος-η-ο
wool
μάλλον
rather
I...,87,88,89,90,91,92,93,94,95,96 98,99,100,101,102,103,104,105,106,107,...112