103
Ëåîéëüãéï
but
αλλά
but, meanwhile, while
ενώ
butcher shop
κρεοπωλείο, το (τα κρεοπωλεία)
χασάπικο, το (τα χασάπικα)
butter
βούτυρο, το
buy
αγοράζω (-ομαι)
buyer
αγοραστής, ο (οι αγοραστές)
by
πλάι
by, next to
δίπλα
C
cabbage
λάχανο, το (τα λάχανα)
calamari
καλαμαράκι, το (τα καλαμαράκια)
capital
(letter)
κεφαλαίο, το (γράμμα)
car
αυτοκίνητο, το (τα αυτοκίνητα)
carefully
προσεκτικά
carrot
καρότο, το (τα καρότα)
catch
πιάνω (-ομαι)
center
κέντρο, το (τα κέντρα)
century
αιώνας, ο (οι αιώνες)
ceramic vase
αγγείο, το (τα αγγεία)
chair
καρέκλα, η (οι καρέκλες)
change
αλλαγή, η (οι αλλαγές)
change
αλλάζω (-ομαι)
cheap
φτηνός- φτηνή- φτηνό
cheese
τυρί, το (τα τυριά)
cheese pie
τυρόπιτα, η (οι τυρόπιτες)
chicken
κοτόπουλο, το (τα κοτόπουλα),
πουλερικά, τα
citizen
πολίτης, ο / η (οι πολίτες)
city
πολιτεία, η (οι πολιτείες)
clean
καθαρός-καθαρή-καθαρό
closed
κλειστός-κλειστή-κλειστό
coffee
καφές, ο (οι καφέδες)
coin
,
currency
νόμισμα, το
cold
κρύο, το
collect, gather
μαζεύω (-ομαι), συγκεντρώνω (-ομαι)
collection
συλλογή, η (οι συλλογές)
colorful
πολύχρωμος-πολύχρωμη-πολύχρωμο
column
στήλη, η (οι στήλες)
comb
χτένα, η (οι χτένες)
come back
,
(re)turn
γυρίζω
committee
επιτροπή, η (οι επιτροπές)
communicate
επικοινωνώ
company
παρέα, η (οι παρέες)
compare
συγκρίνω (-ομαι)
composite
σύνθετος-σύνθετη-σύνθετο
confuse, get into trouble
μπλέκω (-ομαι)
consumption
κατανάλωση, η
continuously
συνέχεια / συνεχώς
convince
πείθω (-ομαι)
cook
μαγειρεύω (-ομαι)
cookies
κουλουράκια, τα, μπισκότο, το (τα μπισκότα)
correct
διορθώνω (-ομαι)
cotton
βαμβακερός-βαμβακερή-βαμβακερό
courage
κουράγιο, το
course, schedule
μάθημα, το (τα μαθήματα)
δρομολόγιο, το (τα δρομολόγια)
court-palace
παλάτι, το (τα παλάτια)
crab
καβούρι, το (τα καβούρια)
cream
κρέμα, η (οι κρέμες)
Crete
Κρήτη, η
crocodile
κροκόδειλος, ο (οι κροκόδειλοι)
cup
κούπα, η (οι κούπες)
φλιτζάνι, το (τα φλιτζάνια)
cupboard
ντουλάπι, το (τα ντουλάπια)
cut
κομμένος-κομμένη-κομμένο
Cyprus
Κύπρος, η
D
dangerous
επικίνδυνος-επικίνδυνη-επικίνδυνο
daughter
κόρη, η (οι κόρες)
decide
αποφασίζω (-ομαι)
decision
απόφαση, η (οι αποφάσεις)
deer
ελάφι, το (τα ελάφια)
democracy
δημοκρατία, η
depart, take off, leave, check out
αναχωρώ
deputy member
βουλευτής, ο / η (οι βουλευτές)
description
περιγραφή, η (οι περιγραφές)
desert
έρημος, η (οι έρημοι)
detail
λεπτομέρεια, η (οι λεπτομέρειες)
difference
διαφορά, η (οι διαφορές)
director
διευθυντής, ο (οι διευθυντές)
discover
ανακαλύπτω (-ομαι)
dish
πιάτο, το (τα πιάτα)
distract, get dizzy
ζαλίζω (-ομαι)
district, county
νομός, ο (οι νομοί)
division
διαίρεση, η (οι διαιρέσεις)
dolphin
δελφίνι, το (τα δελφίνια)
donate, give a gift
δωρίζω (-ομαι)
I...,93,94,95,96,97,98,99,100,101,102 104,105,106,107,108,109,110,111,112