16
όποια σκανταλιά κι αν έκαναν. Μόνο οι επιστάτες του σχολείου, τα καλαμαράκια, τους έδιναν
καμιά με τα πλοκάμια τους πού και πού.
Γρήγορα όμως οι μέρες πέρασαν κι άρχισαν τα μαθήματα. Τα ψαράκια έπρεπε να μάθουν να
σχεδιάζουν στο βυθό. Αν και στην αρχή όλα δυσκολεύτηκαν, σιγά σιγά το σχέδιο τούς φάνηκε
παιχνίδι. Μόνο ο Τριγωνοψαρούλης δυσκολευόταν ακόμα. Ό,τι κι αν ήθελε να σχεδιάσει του
έβγαινε σαν τριγωνάκι! Κύκλο ήθελε, τριγωνάκι σχεδίαζε. Τετράγωνο ήθελε, τριγωνάκι του
έβγαινε πάλι! Του φαινόταν ακατόρθωτο να σχεδιάσει οτιδήποτε άλλο!
Τα άλλα ψαράκια, που μάθαιναν γρήγορα, τον κορόιδευαν:
- Τριγωνοψαρούλη, είσαι ο τελευταίος μαθητής! Μόνο τριγωνάκια ξέρεις να σχεδιάζεις, του
έλεγαν.
- Είσαι τεμπέλης! Φώναζαν τα καλαμαράκια και τον χτυπούσαν με τα πλοκάμια τους.
- Δεν προσπαθείς, είσαι αφηρημένος και απρόσεκτος, του έλεγε η κυρα-Σουπιά.
Κι όμως προσπαθούσε, και μάλιστα πολύ! Και πρόσεχε και ήθελε να σχεδιάσει σωστά, αλλά …
δεν μπορούσε!
Ήταν τόσο δυστυχισμένος! Η κυρα-Σουπιά πήγαινε κοντά του και του έδειχνε τι έπρεπε να κάνει.
Όμως, και πάλι ο Τριγωνοψαρούλης δεν τα κατάφερνε, κι εκείνη εκνευριζόταν και του έβαζε τις
φωνές:
- Μα πότε θα μάθεις επιτέλους;
Όταν έφτασαν στο μάθημα που θα μάθαιναν να σχεδιάζουν τρίγωνα, περίμενε ν’ ακούσει
επιτέλους κι αυτός ένα «μπράβο», κάτι που ως τώρα δεν είχε ακούσει ποτέ κι από κανέναν. Όμως,
ούτε η δασκάλα ούτε τα άλλα ψαράκια τού το
είπαν. Αντίθετα, πάλι τον κορόιδευαν:
- Αυτό έλειπε να μην κάνεις σωστά τα τρίγωνα!
Τι Τριγωνοψαρούλης θα ήσουν; του φώναζαν
στο διάλειμμα.
Στο διάβασμα τα πράγματα δεν πήγαιναν
καλύτερα. Όταν στους βράχους υπήρχαν
σύμβολα με τριγωνάκια, ο Τριγωνοψαρούλης
τα διάβαζε αμέσως. Όταν υπήρχαν κι άλλα
σχέδια, αργούσε πάρα πολύ και τα ψαράκια,
που βαριόντουσαν, έκαναν φασαρία. Ακόμα κι
αν ήξερε να διαβάσει, τα έχανε κι έκανε λάθος. Η
κυρα-Σουπιά θύμωνε, και πάλι τον κατσάδιαζε.
1...,6,7,8,9,10,11,12,13,14,15 17,18,19,20,21,22,23,24,25,26,...152