58
Καληνύχτα και όνειρα γλυκά!
-Καληνύχτα και όνειρα γλυκά! Ναι, καλά. Μια κουβέντα είναι αυτό. Σαν κλείνουν η
πόρτα και τα πολλά φώτα, άντε να τα βγάλεις πέρα με τη νύχτα.
Κάθε βράδυ, ομπαμπάς μουμούδιαβάζει μια ιστορία, ημαμάμουμεφιλάει στομέτωπο
ή μου λέει μυστικά στο αυτί «σ’ αγαπώ γλυκέ μου» κι εγώ μετά πρέπει να αντιμετωπίσω
τις σκιές και τη σιωπή. Και δεν είμαι παρά ένα παιδάκι.
Άλλες φορές πάλι, γι’ αυτούς δεν είμαι παιδάκι. Όταν πρέπει να ντυθώ για να πάω στο
σχολείο ή να κόψω με το μαχαίρι το κρέας μου, είμαι μεγάλος.
- Είσαι μεγάλος πια, Κωνσταντίνε. Μπορείς να το κάνεις και μόνος σου.
Αυτά ακούω. Αλλά τη νύχτα, σας ορκίζομαι, φοβάμαι μόνος μου. Θα προτιμούσα, αν
γινόταν, να κοιμόμουνα τη μέρα και να έπαιζα ή να διάβαζα τη νύχτα.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Όλα ξεκίνησαν το περασμένο καλοκαίρι,
που πήγαμε για διακοπές σ’ εκείνο το έρημο πέτρινο σπίτι, δίπλα στη θάλασσα. Τη νύχτα
που μ’ έβαζαν για ύπνο και λίγο πριν κλείσω τα μάτια μου, άκουγα τους ήχους του παλιού
σπιτιού και προσπαθούσα να καταλάβω από πού προέρχονταν. Έτριζαν τα πατώματα;
Κάποιος περπατούσε. Η μαμά, ο μπαμπάς ή… κάποιος άλλος, άγνωστος; Κάποιο πουλί
έκρωζε στον κήπο; Μήπως ήταν κουκουβάγια ή κανένα άγνωστο κακό πουλί με μεγάλο
ράμφος;
Μάταια η μαμά και ο μπαμπάς προσπαθούσαν να μου εξηγήσουν ότι δεν υπήρχε
κίνδυνος, γιατί τα πουλιά δεν επιτίθενται χωρίς λόγο, και κανείς άγνωστος δεν πρόκειται
να μας κάνει κακό. Εξάλλου, αυτοί ήταν εκεί, έτοιμοι για όλα. Το καλοκαίρι πέρασε με
ξενύχτια, με κλάματα, με βραδιές που πέρναγα στο κρεβάτι των γονιών μου, με εφιάλτες.
Α, οι εφιάλτες. Εφιάλτες είναι τα κακά όνειρα. Και τέτοια όνειρα έβλεπα πολλά. Και
συνέχισα να βλέπω ακόμα κι όταν άρχισαν τα σχολεία και βρήκα φίλους, και να κάνω
παρέες, και να πηγαίνω σε πάρτι, και να παίζω μπάλα.
Κι ενώ προσπαθούσα να το παίξω γενναίος και να περνάω τη νύχτα χωρίς να βάζω τις
φωνές ή τα κλάματα, πολλές φορές δεν τα κατάφερνα.
Είδαν κι απόειδαν οι δικοί μου, απελπίστηκα κι εγώ.
- Έχει πολύ ζωηρή φαντασία, γι’ αυτό φοβάται, έλεγε ο παππούς μου.
Η φαντασία, ξέρετε, είναι χάρισμα, δεν είναι κάτι κακό. Να όμως που σ’ εμένα έκανε
κακό.
Αργυρώ Πιπίνη
1...,48,49,50,51,52,53,54,55,56,57 59,60,61,62,63,64,65,66,67,68,...112