99
Το παπουτσόδεντρο
Ο Γιάννης και η Μαρία κοίταζαν τον πατέρα τους, τον κυρ Κώστα, που σκάλιζε τον κήπο. Δεν
ήταν εύκολη δουλειά και ο πατέρας, αφού έσκαψε για αρκετή ώρα, σταμάτησε να ξεκουραστεί
και σκούπισε τον ιδρώτα από το μέτωπό του. Τα παιδιά τον είδαν μ’ απορία να βγάζει από το
χώμα ένα παλιό παπούτσι. «Τι θα κάνεις με το παπούτσι, μπαμπά;», ρώτησε ο Γιάννης. «Θα το
παραχώσω βαθειά στο χώμα και από πάνω θα φυτέψω μαρούλια. Έχουν να λένε πως το παλιό
παπούτσι κάνει τα μαρούλια πιο μεγάλα και πιο νόστιμα. Δε χάνουμε τίποτα να δοκιμάσουμε». […]
Όταν, κατά την άνοιξη, ο κυρ Κώστας βγήκε να κλαδέψει τα δέντρα και να μαζέψει τα ξερά
χόρτα, είδε πως, μαζί με τα μαρούλια, είχε φυτρώσει κι ένα άγνωστο φυτό. Επειδή δεν ήξερε τι
ήταν το άφησε να μεγαλώσει […]
Το φθινόπωρο βγήκαν κάτι πρασινωπά φουσκωτά φρούτα με πολύ παράξενο σχήμα.
-
Μπα σε καλό μου, είπε η κυρα Κώσταινα, αυτά μοιάζουν σαν παπούτσια.
-
Καλά λες, μαμά. Είναι ίδια με τα μποτάκια μου, είπε ο Γιάννης […]
Το νέο διαδόθηκε γρήγορα στο χωριό και την άλλη μέρα ο κήπος γέμισε από μαμάδες και
παιδιά που ήρθαν να δουν το παράξενο παπουτσόδεντρο και να βρουν ένα ζευγάρι μποτάκια
για τα παιδιά τους. […]
Μια μαμά, η κυρα Γιώργαινα, είχε φέρει τα τρίδυμα μωρά της και είχε βρει μποτάκια και για
τα τρία. Όταν γύρισε στο σπίτι της, τα έδειξε του άντρα της […]
Ο κυρ Γιώργης δε μίλησε. Κοίταζε τα μποτάκια σκεφτικός. Τέλος, είπε στη γυναίκα του:
-
Βγάλε, γυναίκα, τα παπούτσια από τα πόδια των παιδιών. Μου ήρθε μια ιδέα.
Άμπρα κατάμπρα
, Σειρά Α΄, εκδ. Ορφανίδη
1...,89,90,91,92,93,94,95,96,97,98 100,101,102,103,104,105,106,107,108,109,...152